ἱπποκράτωρ

ἱπποκράτωρ
ἱππο-κράτωρ [ᾰ], ορος, , the constellation Centaurus, Teucerin Boll Sphaera 20.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Ιπποκράτωρ — Ἱπποκράτωρ, ορος, ὁ (Α) ο αστερισμός τού Κενταύρου. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἱππ(ο) * + κράτωρ (< κράτος), πρβλ. κοσμο κράτωρ, τριαινο κράτωρ] …   Dictionary of Greek

  • ἱπποκράτορα — ἱπποκράτωρ masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἱπποκράτορος — ἱπποκράτωρ masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ιππ(ο)- — (ΑΜ ἱππ[ο]) α συνθετικό λέξεων που δηλώνει ότι το β συνθετικό αναφέρεται στον ίππο ή έχει σχέση με τον ίππο. Αξίζει να σημειωθεί ότι με ανάλογη σημασιολογική εξέλιξη το ἱππο χρησιμοποιήθηκε στην Αρχαία Ελληνική και ως μεγεθυντικό πρόθημα… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”